Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Δεν γνώριζα τον Παύλο Φύσσα


Όπως οι περισσότεροι Έλληνες δεν τον γνώριζα ούτε ως μουσικό ούτε ως κοντογείτονα. Την φωτογραφία του πρώτη φορά την είδα με τον θάνατό του. Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν: Έχει δίκιο η μάνα μου. «Παλίκαρος. Ένας άντρακλας ίσα μ’ εκεί πάνω. Αυτούς τρώνε.», έτσι μου είπε μόλις έμαθε τα κακά νέα.

Τους έκατσε καλά των ΜΜΕ. Έχει την όψη που γουστάρουν να σκυλεύουν τα σκυλιά της ενημέρωσης και οι φίλοι τους…

Ήρθε και σήμερα το πρωτοσέλιδο του Πρώτου Θέματος με την φωτογραφία ενός ζευγαριού που, αν δεν γνωρίζεις ποιο είναι, νομίζεις ότι χαμογελά στη ζωή. Δεν δημοσιεύεται ως ντοκουμέντο για ν’ αποδείξει κάτι ή να συμβάλλει στην δημοσιογραφική έρευνα… όχι. Μόνο να δείξει θέλει. Όπως θα έδειχνε σελέμπριτις σε διακοπές.

Τα σκυλιά της ενημέρωσης το ξέρουν το παιχνίδι. Μας εξοικειώνουν με την θέα του αίματος, με τη βία, με τις κάθε λογής δικαιολογίες… και φυσικά πουλάνε το θάνατο με εκπτωτικά κουπόνια και δωροεπιταγές. Κάνουν τον θάνατο αναλώσιμο.

Για να μην πω για το δήμαρχο της πόλης του με το ατσαλάκωτο κουστούμι… πήγε στη Στεφανίδου και καθόταν εκεί να την ακούει να λέει ότι στα τραγούδια του ο Killah P έβαζε λέξεις ακατάλληλες για ανηλίκους και γι αυτό δεν μπορούν να μεταδώσουν κάποιο video του. Κι ο δήμαρχος… ούτε κουβέντα δεν είπε γα τη Χρυσή Αυγή.
Μετά όλη αυτή η φλυαρία για τις αφορμές του φόνου.
Μετά τα μπάχαλα σε μια μεγάλη αντιφασιστική συγκέντρωση…
Και οι συμψηφισμοί και οι αναλύσεις…. «Μήπως δεν είναι Φασισμός αυτό που ζούμε, μήπως αυτό μήπως εκείνο…»

Τα σκυλιά της ενημέρωσης ακονίζουν τα αντανακλαστικά των νοικοκυραίων να είναι σε ετοιμότητα… 

Ξεδιπλώνουν σαν κουβάρι, όποτε τους βολεύει, την θεωρία των δύο άκρων. Παλιά δουλειά… ίδιο δηλαδή ο Παπαδόπουλος και ίδιο ο Παναγούλης που, μην το ξεχνάμε, αποπειράθηκε να τον δολοφονήσει.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε εξεγείρει τα πολιτισμένα αντανακλαστικά μας είτε όχι…

Άλλο η βία του κυνηγού και άλλο του θηράματος. Η νομιμοποιημένη βία της εξουσίας κάποτε γεννούσε την αντίσταση σήμερα γεννά απλώς βία. Μάλιστα ο θάνατος των αξιών και των ιδεών, ο θάνατος κάθε ελπίδας, γεννούν την άστοχη και αστόχαστη βία όπως επίσης εκτρέφουν το φαινόμενο της ανάπτυξης των ακροδεξιών ομάδων με αποτέλεσμα και την νόμιμη είσοδό τους στη Βουλή. Και γι αυτό φυσικά και έχει ευθύνες όλο το πολιτικό φάσμα όμως…  

Ο Φασισμός δεν είναι μόνο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο φυσικά και θα εμφανίζεται παντού όσο εξοικειωνόμαστε μαζί του, είναι και ιδεολογία. Μια ιδεολογία απάνθρωπη. Την πιστεύουν κάποιοι και με σθένος μάλιστα. Μην κοιτάτε που θα λουφάξουν λόγω της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα (και ίσως μόνο για λίγο). Το να συμψηφίζουμε λοιπόν τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης της χώρας με την δράση των Φασιστών, το να εξισώνουμε τις καταστροφές που κάνουν οι κάθε λογής μπαχαλάκιδες με τέτοιες δολοφονίες, είναι νερό στο μήλο της δράσης αυτού που σήμερα λέγεται Χρυσή Αυγή και αύριο ή χθες είχε και θα έχει άλλα ονόματα. Βεβαίως βρίσκουν έδαφος να δράσουν γιατί τους ευνοούν οι εποχές αλλά είναι Φασίστες, μην το ξεχνάμε. Πιστεύουν ότι είναι ανώτεροι και άρα γι αυτούς υπάρχουν άνθρωποι κατώτεροι. Πιστεύουν στην καθαρότητα της ράτσας. Στην ανωτερότητα της φυλής (και του φύλου ενίοτε). Απαξιώνουν κάθε τι το διαφορετικό. Ιεροποιούν την ομοιομορφία. Δεν πιστεύουν στη βία, μην επικεντρωνόμαστε σ’ αυτό. Χρησιμοποιούν τη βία για την υπακοή και την υποταγή κι αυτό είναι απότοκο της ιδεολογίας τους. Είναι Φασίστες, αυτό είναι όλο. Κάποτε ντρέπονταν να το παραδεχτούν… αυτό είναι όλο.

«Κρατάω απόσταση από τα χαλασμένα… μόνο για αλήτες γράφει η δική μου πένα.»
K.P

Αυτά και πολλά είπα.


Ελένη Λιντζαροπούλου


Υ.Γ. Μιαν ευχή…

Ας μην αναλώσουμε και αυτόν τον θάνατο.


Ο Πίνακας είναι έργο του Νίκου Κεσανλή  
Το Video του Killah P

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Μνήμη Θανάτου ΙΙ



ὅτι ἰδοὺ οἱ ἐχθροί σου, Κύριε,
Ψαλμ. 91

Το δύσκολο είναι
Να περπατάς με τους λύκους
Και να το γνωρίζεις
Να είσαι ο πρώτος νεκρός

Θα συνεχίζεται η ζωή
Και μετά από σένα

Όμως,

Μετά από σένα

Αυτοί θα φοβούνται
Και θα κρύβονται


Ελένη Λιντζαροπούλου

18/9/2013


Ο πίνακας είναι της Ιωάννας Ασσάνη

Το ποίημα δημοσιεύεται στην ποιητική συλλογή "Η εποχή των λέξεων", Εκδόσεις των Φίλων 2015, με τον τίτλο Άσμα 


Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

Ξημερώνει απεργία…



Εις μνήμην Μιχάλη Σεραφετινίδη

Χρωστώ χρέος μέγα στους δασκάλους μου όλους. Όχι μόνο γιατί μου έμαθαν τα περισσότερα από όσα γνωρίζω, αλλά, κυρίως, γιατί μου έμαθαν να μαθαίνω και να αγαπώ τη μάθηση και τη γνώση. Ως τώρα, που πέρασα τα 50, δεν σταματώ… έχει γίνει πια φύση.
Το ίδιο, λιγότερο ή περισσότερο, το βλέπω να συμβαίνει και σε όλους τους συμμαθητές μου και πιο πολύ στις συμμαθήτριές μου του Λυκείου. Δεν τις βλέπω βολεμένες κι ας μην το καταλαβαίνουν πολλές φορές και οι ίδιες. Κουβαλούν πάνω τους τα σημάδια της γενιάς μας, μιας γενιάς που πήγε στο γυμνάσιο στα τέλη της χούντας και φοίτησε στο Πανεπιστήμιο ως τα πρώτα χρόνια του Ανδρέα. Μιας γενιάς που μεγάλωσε τα παιδιά της σε εποχές αντιηρωικές γεμάτες γκρεμισμένα ιδανικά και χαμένες ιδεολογίες…
Όπως κάθε γενιά και η δική μας είναι «προϊόν» της εποχής της και σφραγίζεται από αυτήν. Και η εποχή, εκτός από τα γεγονότα της, τις συνθήκες και τα πρόσωπά της, έχει και τους δασκάλους της. Κι εμείς είχαμε καλούς δασκάλους. Νέους, διεκδικητικούς, γεμάτους αγωνία για το μέλλον τόσο το δικό τους όσο και το δικό μας.
Θυμάμαι ακόμη τον μαθηματικό μου στο Λύκειο, ήμασταν το πρακτικό του Λυκείου Θηλέων και ήταν ο υπεύθυνος του τμήματος, να μας μιλάει για μύρια όσα θέματα πέρα και έξω από τα στενό πλαίσιο του μαθήματος… να μας επιβάλλει σχεδόν ν’ ανοίξουμε τους ορίζοντές μας, να μας συμβουλεύει για θέματα αισθητικής, αξιοπρέπειας, ακόμη και υγιεινής…
Τον θυμάμαι, λες κι ήταν χθες, την ημέρα που κάναμε εκλογές μαθητικών συμβουλίων – ίσως να ήταν και η πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση – καθισμένος σε ένα θρανίο με τα πόδια στην καρέκλα, 35άρης θα ήταν, να μας κοιτάζει με βλέμμα ευθύ και να μας κάνει συζητήσεις που δεν τολμούσαν ούτε και οι γυναίκες καθηγήτριες να κάνουν. Όμως εκείνος κουβαλούσε μιαν καθαρότητα και μιαν αλήθεια, που όλα του επιτρέπονταν.
Κι ύστερα, μετά από μήνες, τον θυμάμαι, έξω από την πόρτα του Σχολείου, να μας δίνει κουπόνια της ΕΛΜΕ για την οικονομική ενίσχυση των καθηγητών στην πρώτη τους μεγάλη απεργία. Πόσο μας καμάρωνε που εμείς, οι δικές του μαθήτριες, ήμασταν πρώτες στο πλάι των καθηγητών μας κι ας «έπεφταν» ένας ένας πληγωμένοι, τσακισμένοι οικονομικά, στα χαρακώματα της απεργίας - οι περισσότεροι οικογενειάρχες με μικρά παιδιά και παντρεμένοι με συναδέλφους τους, πώς να αντέξουν;
Η τελευταία φορά που τον είδα, ήταν λίγο πριν πεθάνει νεότατος… και τότε ήμασταν οι δικές του, χωρίς ντροπή μας είπε για τις επιπτώσεις του καρκίνου πάνω του, για τον φόβο, την αγωνία… βλέπετε ήταν πάντα ένας δάσκαλος της αλήθειας, πώς να άλλαζε τώρα απέναντί μας;
Τον θυμήθηκα πάλι απόψε που ξημερώνει απεργία…

Κάποιοι θα βρεθούν να πουν πάλι για το άκαιρο, ήδη ξεκίνησαν. Κάποιοι θα πουν για τις συντεχνίες και τους συνδικαλιστές κι επίσης θα μιλήσουν πάλι με πόνο για τα παιδιά που θα χάσουν ώρες μαθημάτων… ποιοι θα τα πουν αυτά; Μα εκείνοι που ποτέ δεν είδαν την εκπαίδευση ως επένδυση. Μια επένδυση για το μέλλον.

Εγώ αυτή τη φορά, γιατί δεν το λέω πάντα ούτε αδιακρίτως και ασυλλόγιστα γιατί κι εγώ έχω συχνά ενστάσεις και διαφωνίες και επιφυλάξεις, κυρίως για τον συνδικαλισμό, θα πω ότι αυτή τη φορά η απεργία είναι επένδυση για το μέλλον.

Ας την στηρίξουμε.

Οι εκπαιδευτικοί είναι σε δύσκολη κατάσταση όπως οι περισσότεροι Έλληνες, δεν ξέρω πόσο θα αντέξουν να αιμορραγούν οικονομικά απεργώντας… ας τους στηρίξουμε όμως ηθικά. Αν χρωστάμε έστω και μια στάλα γνώσης στους δασκάλους μας, ας στηρίξουμε τους σημερινούς εκπαιδευτικούς τόσο στην δουλειά όσο και στην απεργία τους… είναι αυτοί που μπορούν να κάνουν τον κόσμο καλύτερο αν έχουν την κοινωνία αρωγό και με το μέρος τους.

Ελένη Λιντζαροπούλου

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

«Με την συγγραφέα Ελένη Λαδιά στο Σχολείο των Φυλακών Κορυδαλλού – Ένας χρόνος επισκέψεων».



Της Ελένης Λιντζαροπούλου

Ο ταξιτζής υπομονετικά, σχεδόν με πατρική φροντίδα, αποβίβασε την τσιγγάνα με τα δύο παιδιά, το μωρό και το καροτσάκι που ερχόταν για το επισκεπτήριο, κάνοντας μας νόημα πως ήταν ελεύθερος. Συνήθως καλούσαμε ραδιοταξί αλλά εκείνη την ημέρα, χωρίς προφανή λόγο, δεν το κάναμε.

Μαζί με το τέλος της Σχολικής χρονιάς, έκλεινε ένας χρόνος επισκέψεών μας στο Σχολείο των Φυλακών και ο ενθουσιασμός για την ολοκλήρωση ενός στόχου διαδεχόταν την θλίψη για την απομάκρυνση από τον χώρο και τα παιδιά λόγω των θερινών διακοπών.  

Το να επιλέγεις να πας στη Φυλακή με το Έγκλημα και Τιμωρία ή την Φόνισσα, δεν είναι και το πλέον συνηθισμένο. Καλά καλά δεν είναι συνηθισμένο το να επιλέγεις την κλασσική λογοτεχνία ως αντικείμενο γνώσης γι αυτούς τους μαθητές. Η κουλτούρα της Φυλακής ή ακόμη και η δυσπιστία μας ως προς το επίπεδο των μαθητών – κρατουμένων, τα στερεότυπα και τόσα άλλα θα μπορούσαν να είχαν στρέψει τις επιλογές της συγγραφέως αλλού. Ακόμη ακόμη, θα μπορούσε να είχε επιλέξει να «μπει» στο χώρο με δικά της βιβλία, να τους μιλήσει για τα δικά της συγγραφικά πονήματα, που δεν είναι ούτε λίγα ούτε μη εγνωσμένης πνευματικής αξίας, ή και να επιδιώξει την δημοσιότητα και την προσωπική προβολή μέσα από αυτές της τις επισκέψεις.

Αντίθετα η Ελένη Λαδιά επέλεξε να συναντήσει το νου αυτών των παιδιών με εργαλείο τα έργα που θεωρούσε ότι ακόνισαν και τον δικό της νου, έργα των μεγάλων κλασικών. Ντοστογιέφσκι – Ουγκώ – Παπαδιαμάντης… αλλά και Σεντ Εξιπερύ. Αισθανόμενη η ίδια ως πνευματικός άνθρωπος, μπροστά στα ονόματα τους και το έργο τους, ακόμη χθεσινή, επέλεξε να διδάξει έργα αξεπέραστα, ικανά να ξεκλειδώσουν την ψυχή και την σκέψη των μαθητών – κρατουμένων.

Οι μαθητές την αισθάνονταν δικό τους άνθρωπο. Επέλεγε την επικοινωνία μαζί τους δια της αλήθειας και της αποδοχής, με την συναίσθηση της ευθύνης που έχουν οι πνευματικοί άνθρωποι για την πορεία αυτού του κόσμου, κουβαλώντας αδιαμαρτύρητα στην πλάτη της όλο το βάρος των εγκλημάτων τους.
-Τα παιδιά μου, τι κάνουν;
Αυτή ήταν η μόνιμή της ερώτηση, παρότι είχε να κάνει με ενήλικες και όχι παιδιά, ειπωμένη με άφατη τρυφερότητα και λαχτάρα, κάθε φορά που μιλούσαμε στο τηλέφωνο τις ημέρες που περνούσαν από μάθημα σε μάθημα.

Κάθε δεκαπέντε ημέρες, για έναν ολόκληρο χρόνο, χωρίς να λογαριάζει έξοδα και κόπο, 8.30 το πρωί, και κάποιες φορές πιο νωρίς, με περίμενε έξω από την Φυλακή, φορτωμένη βιβλία, για να περάσουμε μαζί τον έλεγχο και την πύλη. Με την βοήθεια του Διευθυντή του Σχολείου, του εκλεκτού μας πια φίλου, Γιώργου Ζουγανέλη, εξασφαλίζαμε κάθε φορά την άδεια εισόδου.

Το μάθημα κρατούσε ως τις 12 παρά… οι κρατούμενοι μαθητές έπρεπε τότε να επιστρέψουν στα κελιά τους κι εμείς να πάρουμε τον δρόμο για την έξοδο και την επιστροφή μας η κάθε μία στις υποχρεώσεις της.

Η μετακίνηση γινόταν πάντα με ταξί και πάντα ένας μικρός διάλογος ανοιγόταν ανάμεσα σ’ εμάς και στον οδηγό. Στις πρώτες «τυπικές» ερωτήσεις απαντούσα συνήθως εγώ.

-Δικηγόροι είστε;
-Όχι. Η κυρία είναι συγγραφέας.
-Συγγραφέας; Και τι κάνετε εδώ, γράφετε κάτι για την Φυλακή;
-Όχι, μαθήματα λογοτεχνίας.
-Για να μάθουν να γράφουν;
-Όχι. Για να μάθουν απλώς.

Εκείνη την ημέρα ο ταξιτζής ήταν πιο ομιλητικός. Ήθελε να μάθει. Όχι από περιέργεια αλλά από ενδιαφέρον.
Η Ελένη Λαδιά πρόθημα του εξήγησε πόσο σημαντικό θεωρούσε γι αυτά τα παιδιά να ασκήσουν το νου και την ψυχή τους μέσα από την σκέψη των μεγάλων δημιουργών, πόσο σημαντικό θα ήταν για την παραπέρα πορεία ζωής τους, αφού οι περισσότεροι έδειχναν ήδη έμπρακτα ότι το Σχολείο είχε ακονίσει θετικά το νου τους και είχε αλλοιώσει την εγκληματική συμπεριφορά τους. Είχαν αρχίσει να αλλάζουν. Κατανοούσαν την τιμωρία και την ποινή και αισιοδοξούσαν για το μέλλον και την ζωή τους μετά την αποφυλάκιση. Μετανοούσαν.

Ο ενθουσιασμός και η έμπρακτη αγάπη της, δεν φαινόταν μόνο στα λόγια της. Είχε αποδεικτικό την δωρεά ψυχής που κατέθετε σ’ αυτά τα παιδιά και την λαχτάρα της να συνεχίσει και την επόμενη χρονιά, όσο το δυνατόν περισσότερο.

Την αφήσαμε έξω από το σπίτι της. Το βάδισμά της πιο ξεκούραστο από το πρωί κι ας είχε διδάξει τόσες ώρες. Τα μαθήματα στους κρατούμενους της έδιναν φτερά.
«Σ’ ευχαριστώ που μ’ έβαλες Φυλακή». Ήταν το μόνιμό της λογοπαίγνιο, δηλώνοντας μου την χαρά της που η παρουσία μου στον Δήμο Κορυδαλλού της είχε ανοίξει την πόρτα του Σωφρονιστικού Καταστήματος.
«Εμείς σ’ ευχαριστούμε Ελένη Λαδιά. Μπορεί να επιδιώκουμε την απομάκρυνση των Φυλακών, όμως μιλάμε για τους τοίχους, οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και κάνουμε γι αυτούς ό,τι είναι δυνατόν». 

Συνέχισα με το ταξί επιστρέφοντας στη δουλειά μου απαντώντας στις ερωτήσεις του οδηγού για το επίπεδο των μαθημάτων στο Σχολείο των Φυλακών, για τις δυνατότητες που είχαν να συνεχίσουν την εκπαίδευση, αλλά και για την πορεία της χώρας και την κρίση θεσμών και αξιών...

Στο φανάρι, πριν αποβιβαστώ, ο ταξιτζής, με χαιρέτισε και είπε, με έκφραση που φανέρωνε κάτι ανάμεσα στην συγκίνηση και την ελπίδα:

«Υπάρχουν ακόμη τέτοιοι άνθρωποι σ’ αυτή την πατρίδα;»


Αναδημοσίευση από το περιοδικό diastixo.gr

Στην φωτογραφία η Ελένη Λαδιά και ο Διευθυντής του Σχολείου των φυλακών Γιώργος Ζουγανέλης κατά την διάρκεια της ομιλίας του Δημάρχου Κορυδαλλού στα εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής των μαθητών – κρατουμένων.